καλαμάγρωστις

καλαμάγρωστις
καλαμάγρωστις
Dactyloctenium aegyptiacum
fem nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • καλαμάγρωστις — (Calamagrostis). Γένος ποωδών πολυετών φυτών της οικογένειας των αγρωστωδών. Περιλαμβάνει περίπου 200 είδη των εύκρατων περιοχών. Στην Ελλάδα τα πιο συνηθισμένα είδη είναι η κ. η επίγειος, γνωστότερη με την κοινή ονομασία αγριοκάλαμο, που… …   Dictionary of Greek

  • καλάμι — Κοινή ονομασία του βοτανικού είδους αρούνδος ο δόναξ, της οικογένειας των αγρωστωδών (μονοκοτυλήδονα). Είναι φυτό πολυετές, με ρίζωμα που σύρεται και βλαστό (καλάμι) κοίλο, διαμέτρου 3 6 εκ. και ύψους 3 7 μ., στην κορυφή του οποίου εμφανίζεται… …   Dictionary of Greek

  • χοιροκαλαμίς — ίδος, ἡ, Α το φυτό καλαμάγρωστις. [ΕΤΥΜΟΛ. < χοῖρος + κάλαμος + κατάλ. ίς, ίδος] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”